Κλήδονας
Του ΤΑΣΟΥ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Ο Κλήδονας είναι ένα έθιμο με καταγωγή στην αρχαία εποχή, που επικρατούσε η ‘κληδόνα’. Κληδόνα σημαίνει πράξεις ή λέξεις τυχαίες και ασυνάρτητες, που ακούγονταν κατά την διάρκεια μαντικών τελετών και στις οποίες αποδίδονταν προφητική σημασία. Στη νεοελληνική αντίληψη το έθιμο αυτό εξελίχθηκε σε μια όμορφη και ενδιαφέρουσα ιεροτελεστία, περισώζοντας τους ερωτικούς χρησμούς. Ο Κλήδονας ζωντανεύει την μέρα του Αι-Γιαννιού, στις 24 Ιουνίου, που συμπίπτει με την θερινή τροπή του ηλίου. Οι θερινοί μήνες είναι φτωχοί σε μεγάλες γιορτές. Με τον Ιούνιο όμως συμπίπτει η ακμή του καλοκαιριού, οι θερινές τροπές του ηλίου, που θεωρούνταν σημαντική και ορισμένες φορές επικίνδυνη καμπή του χρόνου. Όσα αρχαία έθιμα ανάγονται στις θερινές τροπές του ηλίου συνδέθηκαν με το γενέθλιο του Ιωάννου του Προδρόμου (24 Ιουνίου). Η συσχέτιση αυτή δεν έγινε χωρίς λόγο. Κατά τον ευαγγελιστή Λουκά, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν 6 μήνες μεγαλύτερος από τον Ιησού. Αφού λοιπόν η γέννηση του Χριστού ορίστηκε από την εκκλησία στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή κατά τις χειμερινές τροπές του ηλίου, επόμενο ήταν το γενέθλιο του Ιωάννη του Προδρόμου να συμπέσει με την 24η Ιουνίου, δηλαδή κατά τις θερινές τροπές του ηλίου. Για αυτό και διατηρήθηκαν ορισμένες συνήθειες του αρχαίου κόσμου, σχετικές με το θερινό ηλιοτρόπιο.
Ετυμολογία της λέξης «Κλήδονας»
Η λέξη «κλήδων» ετυμολογείται σύμφωνα με τους Lidell και Scott ως οιωνός και σημείο προαναγγελτικό. Γενικά εξηγείται ως μαντική φράση με μήνυμα, μαντικός λόγος και μαντικός ψίθυρος. Η λέξη «ο κλήδονας» παράγεται από την αρχαία λέξη «η κληδών», η οποία αναφέρεται στον Παυσανία (Βοιωτικά). Κληδών ονομαζόταν ο προγνωστικός ήχος, το μαντικό σημάδι και κατ’ επέκταση το άκουσμα του οιωνισμού ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία. Ειδικότερα η λέξη «Κλήδονας» μαρτυρείται από την Αρχαϊκή εποχή (8ος-7ος αιώνας π.Χ.), στα έπη του Ομήρου και του Ησίοδου, με του τύπους κληδών- κληηδών- κλεηδών- κληδόνα που η αρχική τους σημασία είναι φωνή, φήμη, θεϊκός λόγος, προφητεία. Σύμφωνα με ορισμένους η λέξη «Κλήδονας» προέρχεται από τη λέξη κλειδί που ανοίγει και κλείνει το κουτί της τύχης. Ωστόσο η σωστή προέλευση της είναι από την αρχαία λέξη «κλήδων» που στον Όμηρο σημαίνει μαντικό σημάδι, προφητεία. Άλλο οι λέξεις «κλειδί, κλειδώνω κ.α.» και άλλο οι λέξεις «κληδών, κλήδονας κ.α.» Απλώς και οι δυο ομάδες αυτές των λέξεων έχουν πρόγονο την ρίζα <κλε-> Η λέξη συναντάται στους Ηρόδοτο, Αισχύλο και Παυσανία. Στη Παλαιά Διαθήκη η λέξη εντοπίζεται σε χωρίο του Δευτερονομίου, όπου έχουμε ρητή απαγόρευση τέλεσης του εθίμου. Με τη σημασία του «γνωστοποιώ, φημίζω» συναντάται στην Οδύσσεια, Ιλιάδα, Θεογονία, στην Άλκηστη και απόσπασμα του Ευριπίδη και στην Αριστοφανική Λυσιστράτη. Η λέξη εντοπίζεται και ως όνομα και επίκληση- κληδόνιος– τον Δία και Ερμή, διότι αυτοί έδιναν τις κληδονές, τους οιωνούς στους ανθρώπους.
Ιστορικά- Αρχαίες Μαρτυρίες
Ο Κλήδονας είναι ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Στην εποχή του Ομήρου, χρησιμοποιούσαν την μαγεία του Κλήδονα για να μαντέψουν τα μελλούμενα. Ο Παυσανίας (Βοιωτικά, 11, 7), σχετικά με τον Κλήδονα, αναφέρει τα εξής: «Στη συνέχεια του Ηρακλείου (της Θήβας) υπάρχει γυμνάσιο και στάδιο, που και τα δυο έχουν το όνομα του Θεού. Πέρα από το Σωφρονιστήρα λίθο υπάρχει βωμός του Απόλλωνα του επονομαζόμενου Σποδίου. Ο Βωμός του Απόλλωνα σχηματίστηκε από τη στάχτη των σφαγίων. Εδώ συνηθίζεται μαντική από κληδόνων («μαντική δε καθέστηκεν αυτόθι από κληδόνων»), την οποία ξέρω ότι τη χρησιμοποιούν οι Σμυρνιοί περισσότερο απ’ όλους τους Έλληνες και οι Σμυρνιοί έχουν πάνω από τη πόλη, έξω από το τείχος, ιερό των κληδόνων («κληδόνων ιερόν»). Παλιά οι Θηβαίοι θυσίαζαν ταύρους στον Σπόδιο Απόλλωνα». Στα χρόνια του Βυζαντίου συναντάμε το έθιμο σαν λατρεία του Ήλιου. Φωτιές ανάβονται και ο λαός πηδά πάνω απ΄ αυτές για να εξαγνίσει το κακό, όπως και σήμερα. Με τα χρόνια ο Κλήδονας χάνει το χαρακτήρα της γενικής μαντικής και περιορίζεται στους ερωτικούς χρησμούς. Η θεά Κλήδονα αποσύρεται σιωπηλά και δίνει τη θέση της στον Αϊ Γιάννη, του οποίου την χάρη επικαλείται ο λαός. Η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει αφενός ότι ο Κλήδονας και οι μαντείες υπήρχαν επί εποχής εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο, ήτοι το 1500 π.Χ., και αφετέρου ότι είναι πράξεις καταδικαστέες, πρβ: «τα γαρ έθνη ταύτα, ους συ κατακληρονομείς αυτούς, ούτοι κληδόνων και μαντειών ακούσονται, σοι δε ουχ ούτως έδωκε Κύριος ο Θεός σου» (Δευτερονόμιο 18,14).
Σημειολογία της αναπαράστασης του Εθίμου
Το αμίλητο νερό σχετίζεται με την αλαλία του πάτερα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου που του προκλήθηκε μέχρι να γεννηθεί το παιδί, γράφοντας το όνομά του σε μια πινακίδα, αφού δεν μπορούσε να το διατυπώσει προφορικά. Θεωρείται μεγάλης μαντικής αξίας επειδή ακριβώς μεταφέρεται με απόλυτη σιωπή δίνοντας του ιερότητα και μυστικότητα. Το παιδί που έχει και τους δύο γονείς του παραπέμπει στον αμφιθαλή παίδα της αρχαίας Ελλάδας, ο οποίος έκοβε τα κλαδιά που στεφανώνονταν οι νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων. Το μήλο από την αρχαιότητα θεωρείτο μέσο πρόκρισης και ένδειξης προτίμησης. Τέλος το κόκκινο χρώμα ταυτίζεται με την ταχύτητα η οποία θα βοηθήσει να φτάσει η ευνοϊκή τύχη γρήγορα σε όσους την περιμένουν. Το όνομα Μαρία μας προμηνύει την αγνότητα που θα έπρεπε να είχε το κορίτσι, όπως η Μαρία η Παναγία.
Το χρονικού του εθίμου
Τα κορίτσια κατασκευάζουν τις λεγόμενες ‘’κούνες’’. Αυτές ήταν ανθοδέσμες με μήλα και άλλους καρπούς στολισμένους με μοσχοκάρφια, με μπρίλιες και με άνθη. Έπειτα τις τοποθετούν μέσα σε μια λεκάνη. Το απόγευμα της προηγούμενης μέρας ένα μικρό κορίτσι εν ονόματι Μαρία, ρίχνει στην λεκάνη το αμίλητο νερό και το σκεπάζει με ένα άσπρο πανί για να μην το ‘’δουν’’ τα άστρα. Την επόμενη μέρα τοποθετούν τον κλήδονα σε ένα τραπέζι και πλησιάζουν τα κορίτσια που γνωρίζουν τα περισσότερα τραγούδια, τα οποία τραγουδούν μελωδικώς. Από αυτά τα τραγούδια προμαντεύουν τον άντρα που θα πάρουν ή τα μέλλοντα που θα συμβούν κατά την διάρκεια του έτους και πολλά άλλα. Τους κληδόνους αυτούς τους προσφέρουν τα κορίτσια στους παρευρισκόμενους νέους ή στους συγγενείς αυτών. Αυτοί με την σειρά τους είτε αμέσως είτε την επομένη μέρα είναι υποχρεωμένοι να το ανταποδώσουν με χορό. Ο Κλήδονας ξεκινάει με τα εξής δίστιχα:
Ανοίξατε τον κλήδονα στ’ Άη Γιαννιού την χάρη
Όποια ‘ναι καλορίζικη ας έλθη να τον πάρη
Ανοίξατε τον κλήδονα και στρώστε τα βελούδα
Για να περάσει ο Βασιλιάς και η βασιλοπούλα
Και πάλι ξανανοίξετε να βγει ο χαριτωμένος
Που με τα κάστρα πολεμά και βγαίνει κερδεμένος
Κατόπιν μετά από κάθε δίστιχο που μελωδικώς αναφωνούν ανοίγουν τον κλήδονα και βγάζουν τα διάφορα σημάδια. Μερικά δίστιχα εξ αυτών είναι τα εξής:
Με του κληδόνου το νερό, φως μου, είσαι λουσμένη
Και στην Αγία Τράπεζα σ’ έχουν ζγουραφισμένη
Ανοίξετε τον κλήδονα για να βγει η παινεμένη
Του χρόνου τούτο τον καιρό θε να ‘ναι παντρεμένη
Ανοίξατε τον κλήδονα για τ’ Άη Γιαννιού την χάρη
Να βγάλωμε το μάλαμα και το μαργαριτάρι
Εσύ ‘σαι κόρη λεμονιά και τα μαλλιά σου κλώνοι
Χαρά στον νιο που θ’ ανεβεί να κόψει το λεμόνι
Ποιος κρίνος ωραιότατος σε ‘δωσε την ασπράδα
Και ποια μηλιά ροδομηλιά την ροδοκοκκινάδα
Ο κλήδονας στα χωριά της Χώρας διαφοροποιείται λίγο από αυτόν της Χώρας… Στο τέλος δε, της τελετής αυτής λένε διάφορα κωμικά και χλευαστικά δίστιχα. Αυτά είναι συνήθως της στιγμής, αυτοσχέδια, και πολλές φορές άμετρα και ασυνάρτητα, ώστε να προκαλούν γέλιο. Μερικά από αυτά είναι τα εξής:
Δεν τα ‘θελά τα δόντια σου παλούκια στην αυλή μας
Να ‘δενα τον γαιδούρι μας να τρώει τη ταή μας
Μην με πολυψιλόνεσαι γιατί ψιλή δεν είσαι
Και το χωριό σου είναι κοντά και ξέρω τίνος είσαι
Μωρή μακρέσα ανάλατη και βάρκα πισσωμένη
Και καρακάξα άμυαλη, ποιος δαίμονας σε παίρνει;
Ω! να χαρείς τα δόντια σου που ‘χουν τις χαραμάδες
Και μπαινοβγαίνουν ποντικοί και παίζουν τις αμάδες
Κρίμα στην ρούσα πέρδικα που πήρε γέρον άντρα
Και τρίβεται στην μπάντα της σαν τράγος μες στην μάντρα.