«Η παράσταση εστιάζει στα βασικά γεγονότα. Την εικόνα των δύο στρατών. Από τη μια οι Ελληνες φαντάροι, χωρίς εξοπλισμό και οπλισμό, νηστικοί με σκισμένα ρούχα, μέσα στην ψείρα και από την άλλη πλευρά παρατεταγμένος ο καλοζωισμένος ιταλικός στρατός. Η αντιστοιχία των δυνάμεων ήταν ένα προς τρία υπέρ των Ιταλών.
«Ο Μουσολίνι, παραγκωνισμένος από τον Χίτλερ και θέλοντας να αποδείξει ότι αξίζει, πίστευε ότι θα καταλάβει την Ελλάδα σε λίγες ημέρες. Πήγε στην πρώτη γραμμή για να επιβλέψει τη μάχη. Από την άλλη πλευρά, ήταν αγρότες και βοσκοί από τη Θεσσαλία, 19χρονοι από τα Τρίκαλα, την Καρδίτσα, το Μέτσοβο. Παρουσιάζω την εικόνα τους πριν από τη μάχη ενώ ακούγεται μια συρραφή λόγων του Μουσολίνι για να φανεί το ιδεολογικό υπόβαθρο της Ιταλίας. Ακολουθεί η περιγραφή των βομβαρδισμών και το “θάψιμο” των Ελλήνων στη γη προκειμένου να γλιτώσουν από τις βόμβες. Εχει στοιχεία αρχαίου ελληνικού πολιτισμού η επάνοδός τους, η νίκη τους και η υποχώρηση του Μουσολίνι από το μέτωπο. Η κάθοδος και η άνοδος των Ελλήνων στον λόφο, το θάψιμο σ’ αυτό το ύψωμα είναι για μένα όλη η Ιστορία. Η κατάβαση στη μάνα γη και στον Αδη για να επιστρέψεις αναγεννημένος και νικητής»
Τα παραπάνω περιγράφει στην έντυπη «Καθημερινή» και στην Γιώτα Σύκκα ο Άρης Μπινιάρης τον περασμένο Φεβρουάριο, δίνοντας το στίγμα μιας σκληρής ροκ και ατμοσφαιρικής μουσικής που επί 70 λεπτά δονούν τον λόγο, προκαλώντας την εγρήγορση του κοινού, όπως στις συναυλίες.
Αρκετοί ήταν οι Ανδριώτες που επέλεξαν να μοιραστούν αυτή την δυνατή εμπειρία με τους Άρη Μπινιάρη και Κωνσταντίνο Σεβδαλή, και με τους προβολείς στριμμένους στους θεατές, σε ένα ιδιότυπο συμβολισμό.