Και τα Αντριώτικα… συνεχίζονται στην Αγία Κατερίνα με ρακέτες και ένα…souvenir d’amour!
Tου ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΝΑΚΗ
Από το Κόρθι, βλέποντας προς τον κάβο του Οργίνου, στο αριστερό μας χέρι προς το Βίντσι είναι κτισμένη η εκκλησία της Αγίας Κατερίνας υπερυψωμένη πάνω από ένα τσιμεντένιο βάθρο, σαν pilotis, που στη δεκαετία του 70, στον κενό αυτό χώρο στοιβαζόντουσαν μπάλες από σανό. Ο περίβολος της εκκλησίας είχε ολόγυρά του κτιστά μπαγκάλια και ήταν στρωμένος με γκρίζες μαλτεζόπλακες με κάτασπρο αρμολόϊ , που στο μεσημεριάτικο κατακαλόκαιρο στραφτάλιαζε και έτσουζε τα μάτια. Η πρόσβαση γινόταν από ένα ανηφορικό δρομάκι που στη δεξιά μεριά του ήταν μια σιδερένια πόρτα βαμμένη σκούρα γαλάζια.
Η μικρή αυτή εκκλησία δέσποζε στον όρμο του Γιαλού, αλλά εκ της θέσεώς της ήταν τότε απομονωμένη, ιδίως τα βράδια, αλλά και τα καλοκαιριάτικα μεσημέρια, οπότε πολλές χειραφετημένες κοπελιές τολμούσαν να πάρουν μια πετσέτα και να ξαπλώσουν στα μπαγκάλια του περίβολου και να λιάσουν τα κορμιά τους, που από το καβούρδισμα των πυρακτωμένων αχτίνων του ήλιου από μακριά φαινόντουσαν σαν κινούμενες σκιές πάνω σε φόντο ολόφωτου γαλακτισμένου ασβέστη.
Ήταν χάρη οφθαλμών να τις βλέπεις να σηκώνονται μετά από ώρες τσουρούφλισμα, να κουμπώνουν το σουτιέν, να τινάζουν ναζιάρικα τα ξέπλεκα μαλλιά τους, και να κατεβαίνουν νωχελικά το κατηφορικό δρομάκι και να πηγαίνουν προς τη θάλασσα για να βουτήξουν. Με το που έμπαιναν στη θάλασσα το δροσερό νερό ερχόμενο σε επαφή με το καυτό από τον ήλιο κορμί κύματα κρύας ανατριχίλας δονούσαν τα σώματά τους. Τότε οι ρώγες πρόβαλλαν εξέχουσες ολόιδιες μικρά μαργαριτάρια σκληρές στην υφή αλλά τελικά μαλακιές στην ενδεχόμενη εξερεύνηση των καλύκων της γλώσσας. Το τριγωνάκι του σουτιέν διεμβολιζόταν από τ’ ατίθασα στήθη και αν το σώμα τύχαινε να ήταν ανφάς προς τις ακτίνες του ήλιου, πίσω του εμφανιζόταν, σαν ένα πολύ περίεργο θέατρο σκιών, η σκούρα ανταύγεια της θηλής. Αυτά βλέπαμε τότε στη μικρή παραλία στο Βίντσι και η ερωτική λαγνεία μας χτυπούσε αλύπητα κατακέφαλα στο δόξα πατρί που λένε, βασανίζοντας χωρίς έλεος τους νεαρούς μας γεννητικούς αδένες που χτύπαγαν κόκκινο από αύξουσα τεστοστερόνη.
Η παραλία όντας πεπερασμένη ξεχείλιζε από τους ερωτικούς ίμερους και του θέρους βοηθούντος, μετατρεπόταν σε ένα ηφαίστειο, έτοιμο να εκραγεί. Η επαφή ή μάλλον η απλή επικοινωνία με το αντίθετο φύλο είχε περιορισμένες δυνατότητες για να πραγματοποιηθεί, γιατί την εποχή εκείνη, αν και υπήρχε ο απόηχος του Μάη του 1968 στη Γαλλία, το αεράκι της σεξουαλικής απελευθέρωσης δεν είχε ακόμη περάσει πάνω από την Άνδρο. Έτσι λοιπόν μοναδικές ευκαιρίες για παρέα ήταν τα παιχνίδια στην ακρογιαλιά, το βόλεϊ με το πέταγμα της μπάλας, τις αποκρούσεις, τις χαρούμενες φωνές, τα γέλια και τα ηθελημένα ή αθέλητα σχόλια. Η διεκδίκηση μιας μπαλιάς πολλές φορές ήταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία για κοντινή σωματική επαφή σε συνάφεια πάντα με το υγρό στοιχείο. Οι εκτινάξεις των κοριτσιών και η τυχόν υπερπροσπάθεια για να σωθεί κάποια ψηλοκρεμαστή μπαλιά, έδινε ελπίδες-που συνήθως ήταν φρούδες- για να αποκαλυφθεί στιγμιαία ένα μικρό σφριγηλό στηθάκι σε τριγωνικό άσπρο φόντο. Τα αγόρια τότε συνέχιζαν απτόητα το παιχνίδι μήπως και το αθλητικό πάθος θα έκανε την παθούσα να ξεχαστεί, αλλά φευ η φάση διακοπτόταν πάραυτα το σουτιέν επανερχόταν στην πρότερα του θέση, επαναφέροντας στη τάξη άτακτο παρεκτραπέν μικρό στήθος.
Το παιχνίδι με τις ξύλινες ρακέτες, εφόσον οι παρτενέρ ήταν σχετικά έμπειροι παρείχε έμμεσες δυνατότητες για το κτίσιμο μιας φιλικής σχέσης με ενδεχόμενα μακροπρόθεσμα οφέλη. Εδώ απαιτείται μια διευκρίνιση: το παραπάνω παιχνίδι ήταν μια καλή ευκαιρία για σύναψη σχέσης που μπορούσε να εξελιχθεί σε δεσμό. Η παραλία ήταν μικρή και χωροταξικά απ’ όσο θυμάμαι μόνο δυο ζευγάρια μπορούσαν να παίξουν. Σε ένα τέτοιο παιχνίδι κάποιο Αυγουστιάτικο καταμεσήμερο η κοπελιά που ήταν ακριβώς από πίσω μου, στη προσπάθειά της να αποκρούσει μια ζόρικη μπαλιά που της είχε πετάξει ο Αντωνάκης ο Οργίνος, κάνοντας μια απεγνωσμένη επιτόπια στροφή, μου έδωσε μια με την ακμή της ξύλινης ρακέτας στο μέσο του μετώπου μου κατακέφαλα, που είδα αστέρια! Αν ήμουν περισσότερο μπασμένος στη γυναικεία νοοτροπία και το έπαιζα σέκος, υπήρχαν πολλές πιθανότητες η ακούσα δράστις να έστεργε πάνω μου, να με αγκαλιάσει και να μου προσφέρει τις πρώτες βοήθειες. Εγώ προτίμησα να το παίξω άντρας, σκούπισα με την ανάστροφη του χεριού μου το χαίνον τραύμα και συνέχισα το παιχνίδι μου! Να πω την αλήθεια καλώς έπραξα, γιατί ο Οργίνος ήταν έτοιμος να μου προσφέρει το φιλί της ζωής και ήταν και αξούριστος! Η κοπελιά που με χτύπησε άθελά της, ήταν αρκετά μεγαλύτερη από μένα και τότε ήταν πολύφερνη νύφη για τους νέους τους παρεπιδημούντες στον όρμο του Κορθίου. Ο πατέρας της, ένας καλοκάγαθος άνθρωπος, που διέθετε μια μικρή βιοτεχνία ζαχαρωτών, είχε κερδίσει τον πρώτο αριθμό του λαχείου των Συντακτών, που του απόφερε το φανταστικό ποσό των 5.000.000 Δραχμών, εξ ου και όλα τα λαρύγγια της ευρύτερης περιοχής την είχαν κιαλάρει. Η μαμά της με όλο το μεγαλόπρεπο ύφος της νεόπλουτης, ήταν άγρυπνος φρουρός της κόρης της. Διαδόσεις έλεγαν, ότι τα χρήματα του λαχείου επενδύθηκαν ανεπιτυχώς σε εφοπλιστικές επιχειρήσεις. Το βέβαιο είναι, ότι από την παραπάνω ιστορία μου έμεινε ένα μόνιμο σημάδι- souvenir d’amour- με τη μορφή μιας έντονης ρυτίδας καταμεσής στο μέτωπο!
Άλλη ευκαιρία για περισσότερο επαφή τρίτου είδους, ήταν το ανέβασμα σε βάρκα που ήταν αραγμένη ανοικτά. Κολυμπώντας με τη κοπελιά σου- με την ευρεία έννοια του όρου, για μη να δίνονται εσφαλμένες εντυπώσεις-σου δινόταν μια άμεσα εκμεταλλεύσιμη ευκαιρία για χούφτωμα. Η άνοδος από θαλάσσης σε μια λέμβο είναι ζόρικη. Έπρεπε να πιαστεί η κοπελιά με τα δυο της χέρια και με μια δυνατή εκτίναξη να φέρει το σώμα της στο ύψος της κουπαστής και λίγο παραπάνω. Εννιά στις δέκα φορές η εν λόγω κίνηση ήταν αποτυχημένη. Μετά από επανειλημμένες καταδικασμένες άτυχες προσπάθειες αναρρίχησης, η επόμενη και εν πολλοίς αναμενόμενη κίνηση ήταν η παροχή βοηθείας. Εδώ λοιπόν παιζόταν όλο το παιχνίδι! Η ξέπνοη από τις προσπάθειες κοπέλα έμενε έρμαιο της δικής σου φροντίδας. Την πλησίαζες από πίσω ερχόμενος σε άμεση επαφή με τα οπίσθιά της, δηλαδή για να χρησιμοποιήσουμε ένα βασικό όρο της Ευκλείδειας γεωμετρίας: εφαπτομενικά! Βάζοντας τα χέρια της στη κουπαστή, έγερνε η βάρκα και εσύ με την άδεια και συναίνεση της, έφερνες το χέρι σου και το έβαζες ακριβώς από κάτω, από τη κωλοχωρίστρα και με το ένα, το δυο και το τρία της έδινες μια ώθηση για να ξενερίσει και ως μια αναδυόμενη Αφροδίτη να εκτιναχθεί και να μπρουμουτίσει ανάμεσα στους σκαρμούς της βάρκας! Η κοπελιά στη προσπάθειά της να μη πονέσει πέφτοντας στα σέλματα, κουνούσε απεγνωσμένα τα πόδια της, προσφέροντας ένα μοναδικό υπερθέαμα των μηρών της. Αν διέθετες λίγη ελάχιστη φαντασία μπορούσες να εντρυφήσεις με τη φαντασία σου στο ηβικό τρίγωνο των Βερμούδων και να χαθείς! Και όλα αυτά χωρίς να έχει εφευρεθεί η εικονική πραγματικότητα! Η συνέχεια αναμενόμενη, έδινες μια δυνατή ώθηση και ανέβαινες πάνω στη βάρκα και καθόσουν ή μάλλον ξάπλωνες πλάι της. Η πλέον συνηθισμένη εξέλιξη ήταν να καθίσετε και να ξεκουραστείτε κάνοντας ηλιοθεραπεία. Σε πιο προωθημένες καταστάσεις η κοπελιά αφαιρούσε το σουτιέν για να λούσει το κορμί της με τις αχτίνες του ήλιου αποφεύγοντας την αντιαισθητική γραμμή του στηθόδεσμου. Χαράς ευαγγέλια, όπως προσφυώς αναφέρει η λαϊκή μας παράδοση! Βέβαια υπήρχε και η καλύτερη εκδοχή: η βάρκα να διατοιχίζεται με διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα και μετά την επίτευξη του peak, του ζενίθ του ζορίσματος, να επέρχεται σταδιακά η απόσβεση των ταλαντώσεων του διατοιχισμού! Η τελευταία εκδοχή, για να πούμε την αλήθεια, ήταν σπάνια για να επιβεβαιωθεί περίτρανα το ρηθέν από τους Αγγλοσάξωνες: too nice to be true!
Άλλη μοναδική, αλλά σπάνια ευκαιρία για σωματική επαφή κυριολεκτικώς, ήταν να σου ζητήσει η κοπέλα να της αλείψεις τη πλάτη με λάδι μαυρίσματος. Εδώ έπρεπε να υπάρχει μια αυστηρή προϋπόθεση: οι σχέσεις να είναι πολύ φιλικές. Ξάπλωνε λοιπόν πάνω στη πετσέτα και συ της άλειβες τη πλάτη με ρυθμικές σταθερές κινήσεις με ιδιαίτερη ξεχωριστή επιμέλεια ώστε το λάδι να πάει παντού και όταν λέμε παντού, εννοούμε παντού! Τότε οι ρώγες των δακτύλων σου γινόντουσαν μάτια και με όλες τις αισθήσεις απολάμβανες τη στιγμιαία επαφή χαϊδεύοντας τη καλή σου. Στον πεπερασμένο χρονικό διάστημα, που φαινόταν να διαρκεί αιώνες, αν η κοπελιά είχε μικρές φακίδες, freckles από τον αδυσώπητο ήλιο που χτυπούσε αλύπητα, μπορούσες να τις μετρήσεις μια μια! Ήταν μέσα Αυγούστου, όταν η καλή μου φίλη Ναταλία με παρακάλεσε να της βάλω κρέμα μαυρίσματος, γεγονός που ασμένως το εκτέλεσα με όλη την πρέπουσα επιμέλεια!
Για τις μικρότερες ηλικίες, που ήταν στο μεταίχμιο της εφηβείας, δηλαδή σε μια ενδιάμεση κατάσταση, η σωματική επαφή γινόταν με τα παιχνίδια ρηχά στη παραλία, να περνάς με μακροβούτι κάτω από τα πόδια της που ήταν ανοικτά σε διάσταση, να την ανεβάζεις στους ώμους για να κάνει βουτιά, να την παίρνεις «καλικούτσα» και να παλεύετε με το αντίπαλο ζευγάρι με απώτερο σκοπό να τους βουλιάξεις. Πιο βαθιά παίζαμε πατητές, που αν και καμιά φορά ξεφεύγανε και γινόντουσαν άγαρμπες, είχαμε την ευκαιρία για μια στιγμιαία έστω σωματική επαφή.
Όλα τα παραπάνω γινόντουσαν υπό το φως της μέρας, το σκηνικό όμως άλλαζε και ήταν τελείως διαφορετικό όταν έπεφτε το σκοτάδι. Με το που ο ήλιος πήγαινε να δύσει και το μούχρωμα κάλυπτε σιγά, σιγά τον ορίζοντα, τα ξέφτια του λιγοστού φωτός, αναδείκνυαν τα χρώματα του περιβάλλοντος. Τα γαλακτισμένα σπίτια αντανακλούσαν το άσπρο χρώμα που έσβηνε και σε λίγο οι σκιές από τα κυπαρίσσια πρόβαλαν σαν σκιαγραφίες. Τότε άναβαν τα φώτα του κοινοτικού φωτισμού και οι σκιές γινόντουσαν όλο και περισσότερο ασαφείς. Ένα αντίστοιχο σκηνικό πραγματοποιούνταν στην Αγία Κατερίνα. Ο περίβολος της εκκλησίας σκοτείνιαζε σιγά σιγά και έμεναν οι σκιές από το περίγραμμα του ναού. Τότε τα μπαγκάλια φάνταζαν απόκοσμα μέσα σ’ ένα ειδυλλιακό τοπίο με το κύμα της θάλασσας στο Βίντζι να σκάει στο μικρό μόλο και ο παφλασμός του να διακόπτει τα τραγούδια των τζιτζικιών και το κρώξιμο του γκιώνη.
Τη δεκαετία του ’70 δεν υπήρχαν στέκια για τη νεολαία, μπαράκια και ξενυχτάδικα στον όρμο του Κορθίου. Τα λιγοστά καφενεία του Αραπογιώργη, και άλλων δεν ήταν κατάλληλα για τη διασκέδαση, όπως τουλάχιστον την εννοούσαμε τότε, αλλά πιστεύω και σήμερα όπως την εννοούν οι νέοι, δηλαδή ένα μέρος απομονωμένο, ήρεμο, ρομαντικό και αρκούντος σκοτεινό. Η Αγία Κατερίνα ήταν το απόλυτο μέρος για συνευρέσεις. Ομάδες ζευγαριών περπατούσαν προς το Βίντσι και μόλις ο παραλιακός δρόμος απομακρυνόταν από τα τελευταία σπίτια του Γιαλού, τότε τα προσχήματα έδιναν τη θέση τους σε σφικτές αγκαλιές και περιπτύξεις. Ο παραλιακός δρόμος περνούσε ακριβώς από κάτω από το βουστάσιο και η μπόχα από τις βουρθιές των αγελάδων διεμβόλιζε τη ρομαντικότητα της βραδιάς, αλλά στιγμιαία γιατί αμέσως μετά από λίγα μέτρα η δυσοσμία των γαστρεντερικών προϊόντων των βοοειδών ως δια μαγείας εξαφανιζόταν, προφανώς από το δυνατό αεράκι που κατέβαινε από το βουνό του Ρωγού. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε επιστημονική τεκμηρίωση ότι τα αέρια από τις κλανιές των αγελάδων εν γένει, συμβάλουν στην αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα και μολύνουν την ατμόσφαιρα! Αριστερά του δρόμου υπήρχε ένας συκαιώνας με τροφαντές συκιές που γέμιζαν τον θαλασσινό αέρα με μια αψιά αλλά ταυτόχρονα ελκυστική μυρουδιά των ώριμων σύκων. Αμέσως μετά στο αριστερό χέρι, άρχιζε ο ανηφορικός δρομίσκος που οδηγούσε στη πόρτα του προαύλιου χώρου της Αγίας Κατερίνας.
Το πρώτο μέλημα ήταν να δημιουργηθεί ατμόσφαιρα. Ο Στεφανής ο Ζαγοραίος, Θεός να τον συγχωράει, σαν αίλουρος σκαρφάλωνε στον ξύλινο πυλώνα του κοινοτικού φωτισμού και με μια μαγγιόρα κίνηση ξεβίδωνε τον λαμπτήρα και τότε βασίλευε το πλήρες σκότος. Όσες φορές ο Στεφανής έλλειπε για κάποια αιτία, μη υπάρχοντος διαθέσιμου αναρριχητή, σπάζαμε τη λάμπα με μια πέτρα, γεγονός που δημιουργούσε τις δικαιολογημένες διαμαρτυρίες του Κοινοτάρχη της Κοινότητας του όρμου Κορθίου, και αποτελούσε μια από τις πολλές ευκαιρίες σε διάφορα λαδικά του χωριού για κακόπιστα σχόλια κοινώς κουτσομπολιά, που έτρεφαν το μύθο ότι στην Αγία Κατερίνα γινόντουσαν όργια Σόδομα και Γόμορρα. Η επόμενη κίνηση ήταν η δημιουργία ηχητικής επένδυσης, που για να πω την αλήθεια ήταν σχετικά εύκολη, γιατί κάποιος είχε ένα τραζινστοράκι, τις περισσότερες όμως φορές αρκούσε και η εύγλωττη σιωπή της καλοκαιριάτικης νύκτας.
Τα ζευγάρια διασκορπιζόντουσαν και πήγαιναν όσο το δυνατόν απόμερες γωνιές του προαύλιου χώρου της εκκλησίας. Εκεί κρυμμένα από το πέπλο της νύχτας, αγκαλιασμένα χαιρόντουσαν απομονωμένα τις ερωτικές περιπτύξεις, φιλιά και πάλι φιλιά και χαϊδέματα και ο, τι βάλει ο νους του ευφάνταστου αναγνώστη. Η ατμόσφαιρα ακολουθούσε μια από της βασικές αρχές της θερμοδυναμικής η εντροπία του πάθους συνεχώς αυξανόταν! Και όντως υπήρχε δικαιολογία. Ο ουράνιος θόλος γεμάτος από λαμπερά άστρα κάλυπτε τον ορίζοντα και το κίτρινο από τη ντροπή του φεγγάρι αντιφέγγιζε σαν μια γραμμή πάνω στα κατάμαυρα νερά του κόλπου. Τώρα οι μπάλες με τα σανά που ήταν αποθηκευμένες στο κάτω μέρος του βάθρου που εδραζόταν η εκκλησία με απλές κινήσεις γινόντουσαν ερωτικές στη κυριολεξία φωλιές. Τα μεταλλικά τσέρκια που συγκρατούσαν τα σανά σπάζανε και με κτυπήματα του ποδιού η μπάλα άπλωνε και γινότανε ερωτική εφήμερη φωλιά στέγαζε όλο το νυχτερινό πάθος. Βέβαια αυτή η διαδικασία δημιουργούσε στους μόνιμους κατοίκους της αποθήκης, τους αρουραίους, ανησυχία μια και χάνανε τη βολή τους νυχτιάτικα!
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, όταν οι βαριές καυτές ανάσες από τα κουρασμένα ιδρωμένα σώματα καταλαγιάζανε, μια σαγηνευτική μυρουδιά ανάμεικτη από το αλάτι της θαλάσσιας αύρας, το στεριανό αγιάζι που κατέβαινε από το βουνό ψηλά, την αψιά γλυκάδα της συκιάς και τη στυφνή οσμή των σανών διαχέονταν σ’ όλο τον κολπίσκο που έβλεπε η Αγία Κατερίνα.