Με περισσότερες από 220 σελίδες καθαρογράφτηκε η απόφαση του ΣτΕ – Συμβουλίο της Επικρατείας- που αφορά στον ΧΥΤΥ Άνδρου στην Πλούσκα.
Η δημοσίευση του κειμένου έγινε στην έντυπη έκδοση του Αυγούστου. Είμαστε κοντά σε ημερομηνίες – κλειδί. Αξίζει μια δεύτερη ανάγνωση
Το δημοσίευμα
Με μια πολυσέλιδη απόφαση το Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδότησε τελικά θετικά για την χωροθέτηση του ΧΥΤΥ στην Πλούσκα.
Δημοσιεύθηκε προσφάτως η αριθμ. 689/2023 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η απόφαση απέρριψε ομοφώνως την αίτηση ακυρώσεως κατά των διοικητικών πράξεων, οι οποίες ενέκριναν τους περιβαλλοντικούς όρους για την κατασκευή και λειτουργία του έργου Χώρος Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) στη θέση «Πλούσκα» της Δημοτικής Ενότητας Υδρούσας. Η αίτηση ακυρώσεως είχε κατατεθεί από τρεις κατοίκους της περιοχής και από ένα σωματείο ενοικιαζόμενων δωματίων-διαμερισμάτων. Ο Δήμος Άνδρου είχε ασκήσει παρέμβαση υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων.
Αντικείμενο της δίκης υπήρξε κυρίως το ζήτημα της καταλληλότητας της θέσης «Πλούσκα» από υδρογεωλογικής απόψεως. Υποστηρίχθηκε ότι υπάρχει ρέμα στην επιλεγείσα θέση και ότι, σε περίπτωση αστοχίας του έργου, υπάρχει κίνδυνος ρύπανσης τριών δημοτικών γεωτρήσεων στη θέση «Αγία» Μπατσίου.
Όπως προκύπτει από την πολυσέλιδη απορριπτική απόφαση, ο Δήμος Άνδρου υπέβαλε στις 2 Μαΐου 2014 την πρόταση για την έγκριση της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) και τελικά η εγκριτική απόφαση περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) εκδόθηκε στις 22 Ιουνίου 2018. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα υπήρξε πυκνή αλληλογραφία μεταξύ διαφόρων δημοσίων αρχών. Η ακυρωτική απόφαση περιγράφει λεπτομερώς το περιεχόμενο των πολλών εγγράφων, καθώς και των υποβληθέντων από τους διαδίκους κρίσιμων στοιχείων. Προηγουμένως παραθέτει το ισχύον νομικό καθεστώς, που διέπει συνολικά τη διαχείριση των αποβλήτων, όπως είναι οι σχετικές Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι εθνικοί νόμοι και οι υπουργικές αποφάσεις.
Η δικαστική απόφαση στηρίζει την κρίση της στη διαμορφωμένη ήδη από το έτος 2000 πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά τον έλεγχο νομιμότητας της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Σύμφωνα με τη νομολογία, ο ακυρωτικός δικαστής ερευνά αν τηρήθηκε συννόμως η όλη διοικητική διαδικασία και ειδικότερα αν το περιεχόμενο της μελέτης παρέχει τη δυνατότητα στα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις συνέπειες του έργου, καθώς αν το προσδοκώμενο όφελος τελεί σε σχέση αναλογίας με την τυχόν επαπειλούμενη βλάβη του φυσικού περιβάλλοντος. Η ευθεία όμως αξιολόγηση των συνεπειών του έργου και η κρίση αν η πραγματοποίησή του αντίκειται στην αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης εξέρχονται των ορίων του δικαστικού ελέγχου. Και τούτο διότι προϋποθέτουν διαπίστωση από το δικαστήριο πραγματικών περιστατικών, διερεύνηση τεχνικών θεμάτων και ουσιαστικές εκτιμήσεις. Ο έλεγχος συνίσταται μόνον, αν από τα στοιχεία της δικογραφίας και τα διδάγματα της κοινής πείρας, προκύπτει ότι η προκαλούμενη βλάβη για το περιβάλλον είναι μη επανορθώσιμη ή προφανώς δυσανάλογη με το προσδοκώμενο όφελος.
Το Δικαστήριο απέρριψε, καταρχάς, λόγους ακυρώσεως που προέβαλαν παραβάσεις ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, αναγομένους στην παράλειψη δημοσιότητας στοιχείων και διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κοινό. Στη συνέχεια, αντιμετώπισε μια σειρά λόγων ακυρώσεως και ισχυρισμών, που αναφέρονταν κυρίως στις επιπτώσεις του έργου στο φυσικό περιβάλλον. Έκρινε ότι η πράξη της ΑΕΠΟ αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς διότι ερευνήθηκαν λεπτομερώς οι επιπτώσεις για τα υπόγεια και επιφανειακά ύδατα της περιοχής και επιβλήθηκαν αυστηρά τεχνικά έργα για την προστασία του υδροφόρου ορίζοντα.
Περαιτέρω, καθόσον αφορά την τήρηση της αρχής της εγγύτητας του έργου προς τους τόπους παραγωγής αποβλήτων, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι σε μικρά νησιά και διάσπαρτους οικισμούς δεν είναι υποχρεωτική η τοποθέτηση του χώρου επεξεργασίας των αποβλήτων πλησίον του μεγαλύτερου οικισμού, εφόσον, μετά από αξιολόγηση πλειόνων εναλλακτικών λύσεων, προκύπτει ότι άλλη θέση συγκεντρώνει τα περισσότερα πλεονεκτήματα. Έτσι απορρίφθηκε ως αβάσιμος ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεδομένου ότι ελήφθη υπόψη, μεταξύ άλλων κριτηρίων, η «οδική απόσταση του χώρου από το κέντρο βάρους της παραγωγής απορριμμάτων». Κατά την αξιολόγηση και βαθμολόγηση των οκτώ (8) εναλλακτικών λύσεων κρίθηκε αιτιολογημένα ότι υπερέχει η θέση «Πλούσκα» για το νησί της Άνδρου, που θεωρείται διοικητικά ως Ενιαία Διαχειριστική Ενότητα.
Τέλος, το Δικαστήριο ερευνά και απορρίπτει και άλλους λόγους ακυρώσεως, καθώς και συναφείς ισχυρισμούς, ως προς την ύπαρξη ρέματος εντός του γηπέδου που θα κατασκευασθεί το επίμαχο έργο. Αξίζει να παρατεθεί απόσπασμα της απόφασης που επισημαίνει ότι πρόκειται για «θεμελιώδες έργο υποδομής για την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας διότι έχει ως συνέπεια την οργανωμένη και νόμιμη διαχείριση των αποβλήτων στην Άνδρο, αντί της μέχρι τούδε ανεξέλεγκτης διάθεσής τους και της απόθεσής τους με τη μέθοδο του δεματοποιητή».