Αθηνά Σχινά: Η τέχνη δεν λύνει προβλήματα. O πολιτισμός δεν είναι δημόσιες σχέσεις. Έτσι απλά και καθαρά η Ιστορικός Τέχνης & Θεωρίας του Πολιτισμού (ΕΚΠΑ) κ. Αθηνά Σχινά σκιαγραφεί την Τέχνη στην οποία έχει αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή της. Η συνέντευξη έχει δημοσιευθεί στην ΑΝΔΡΙΑΚΗ Εφημερίδα Αυγούστου 2020.
Μπορεί και μόνο το άκουσμα του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως να παραπέμπει στους ιδρυτές του, πέραν αυτού όμως, οι βασικές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις -που παρουσιάζονται στον κτιριακό του διώροφο χώρο- είναι συνδεδεμένες με τα εικαστικά του δρώμενα. Κι αυτά, σε ένα νησί, είναι εκείνα που έφεραν την ανατροπή, τόσο με τις ατομικές, όσο και με τις ομαδικές εκθέσεις καλλιτεχνών, για τις οποίες την κύρια ευθύνη φέρει ο άνθρωπος πίσω από τις «κάμερες». Ευγενής, και συναισθηματική, με την πραότητα της γνώσης και την σεμνότητα της αυτάρκειας η Καθηγήτρια και Ιστορικός της Τέχνης έχει προσφέρει στο Ίδρυμα Π. & Μ. Κυδωνιέως την ψυχή της. Αναλαμβάνει την ευθύνη της ιδέας και διαμόρφωσης του σκεπτικού της εκάστοτε έκθεσης, την επιλογή καλλιτεχνών και των έργων αλλά και τον τρόπο παρουσίασης. Μεριμνά σχεδόν εξ΄ ολοκλήρου για τον σχεδιασμό όλου του συνοδευτικού, έντυπου υλικού που ποικιλότροπα επιμελείται, μαζί με όσα πλαισιώνουν, στον διατιθέμενο χώρο του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως, αυτές τις εικαστικές εκδηλώσεις. Εργάζεται ακούραστα στο νησί μέχρι την ημέρα των εγκαινίων της έκθεσης και αποχωρεί διακριτικά, αφήνοντας το έργο της να μιλήσει για εκείνη. Η Ἁ» έχει την χαρά και την τιμή να φιλοξενήσει στις σελίδες της μια Κυρία της Τέχνης και του Πολιτισμού, την κ. ΑΘΗΝΑ ΣΧΙΝΑ.
Πώς ξεκινήσατε την συνεργασία σας με το Ίδρυμα;
Συμπωματικά. Είχα συνεργαστεί το 1992-3 κι ανάμεσα στα άλλα, με τον γλύπτη και μετέπειτα Καθηγητή Πλαστικών Τεχνών κ. Αντώνη Μιχαηλίδη για μια εικαστική έκθεσή του (με κείμενά μου κλπ), μέσω της οποίας λίγο αργότερα είχε εκείνος λάβει μέρος, με εισήγησή μου, στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας, τότε που βραβεύτηκε η χώρα μας και κατόπιν αυτού όλοι σχεδόν οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες έγιναν Καθηγητές σε Ανώτατες Σχολές. Ο κ. Αντώνης Μιχαηλίδης, που με εκτιμούσε πολύ από τότε, είχε στενή φίλη του (ήδη από την Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας) την κ. Καλλιόπη Οικονομάκου που ήταν Ανδριώτισσα και συνάδελφός του εικαστική δημιουργός. Η κ. Οικονομάκου ζητώντας την άποψη του κ. Α. Μιχαηλίδη για τον άνθρωπο που θα πίστευε εκείνος πως θα μπορούσε να ήταν ικανός για μια τέτοια υπεύθυνη θέση στο Ίδρυμα, (πριν εκείνο κάνει την δημόσια εμφάνισή του), της ανέφερε το όνομά μου κι εκείνη το ανέφερε με την σειρά της στον νυν Πρόεδρο του Ιδρύματος κ. Νίκο Σιγάλα, τον οποίο γνώριζε λόγω εντοπιότητας. Τους ευχαριστώ όλους και μέσα από την δική σας εφημερίδα, για την εμπιστοσύνη τους.
Μας δίνετε σημαντικές πληροφορίες
Αν είχα αποτύχει στο έργο μου, κανέναν δεν θα ενδιέφεραν όλες αυτές οι «περιττές» ίσως για κάποιους λεπτομέρειες, τις οποίες εδώ προσκομίζω πλέον ως καταγραφόμενες μαρτυρίες, για τον ιστορικό του μέλλοντος, που πιθανόν να διερευνήσει την αρχή αυτής της συνεργασίας. Πάντως στην χώρα μας, οι ΠΛΟΕΣ είναι ο μακροβιότερος και συνεπέστερος εικαστικός θεσμός που επικεντρώνεται στην μεταπολεμική και σύγχρονη ελληνική τέχνη, υποστηριζόμενος από Ίδρυμα / Κληροδότημα, (δηλαδή από ιδιωτικό φορέα), διότι στο διάστημα των 26 χρόνων που λειτουργεί, ούτε ιστορικά άλματα γίνανε, ούτε ανακολουθίες. Η επιτυχημένη πραγμάτωση του θεσμού αυτού αφορά την συνεργασία όλων των ανθρώπων που ασχολούνται και βοηθούν ως προς την επίτευξη ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος, όπως διαπιστώνεται από την αποδοχή του κοινού.
Είπατε πως οι ΠΛΟΕΣ είναι ο μακροβιότερος και συνεπέστερος εικαστικός θεσμός στην χώρα μας. Τι εννοείτε;
Θα σας απαντήσω πρώτα αναφορικά με την συνέπεια, αν και όλα αυτά έχουν γραφεί επανειλημμένα στα κείμενά μου. Από το 1995 που ξεκίνησαν οι εκθέσεις, έθεσα ως στόχο, να επανεξετάσω και να αναδείξω, μέσα από επιλεγμένα εικαστικά έργα, πόσο παρεξηγημένος ήταν τότε –αλλά και κατόπιν- ο ρεαλισμός στην τέχνη, ταυτιζόμενος λανθασμένα και μονοδιάστατα, με την αναπαράσταση. Ο ρεαλισμός δεν είναι ένας, αλλά πολλοί ρεαλισμοί, όσες είναι οι πραγματικότητες που ζούμε, τα όνειρά μας, οι επιθυμίες και μαζί ο κόσμος της φαντασίας μας, όταν καταφέρνουμε όσα από αυτά εκφράζουν να τα μετουσιώσουμε και να τα εικονοποιήσουμε. Με άλλα λόγια, ο εικονισμός είχε τότε άδικα ταυτιστεί με την οπισθοδρόμηση, ενώ και η πλέον εύπεπτη αφαιρετική διατύπωση ισοδυναμούσε με την «ελευθερία του χάους», όπως είχε πει ένας γάλλος ζωγράφος, που είχε λάβει μέρος στα γεγονότα του Παρισιού το 1960, τονίζοντας όταν ρωτήθηκε τι ήθελε εκείνος να εκφράσει, όπου είχε τότε δώσει την αποστομωτική απάντηση «την φαντασμαγορία της ουτοπίας»! Αυτή η απάντηση είχε επηρεάσει όλη την ευρωπαϊκή τέχνη της μεταπολεμικής περιόδου και είχ ε δώσει αφορμή για παρερμηνείες. Όχι ότι δεν έχουμε στην ιστορία της τέχνης μας εξαιρετικά αφαιρετικά έργα, αλλά ο ρεαλισμός (στον πληθυντικό του, όπως προείπα, αριθμό) δεν σχετίζεται με τον συντηρητισμό και την εσωστρέφεια, αφήνοντας το «πεδίο δόξης λαμπρό» στις αφαιρετικές, κατά το πλείστον, διατυπώσεις και στην μονοδιάστατη αντίληψη γύρω από τις «πρωτοπορίες». Η εκθεσιακή συνέπεια λοιπόν του θεσμού ΠΛΟΕΣ αφορά στην διεύρυνση της έννοιας, της συνθετότητας, των δυνατοτήτων και των πολλών επιπέδων που αποκαλύπτουν οι εικονισμοί του ρεαλισμού.
Και οι εκθέσεις που είχατε κάνει του Takis, του Τσόκλη, του Κεσσανλή κλπ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, που ανέφερα πιο πάνω, είχα κάνει την έκθεση του Takis (διότι και ο ηλεκτρομαγνητισμός είναι νόμος της φύσης, επομένως ρεαλισμός), του Κεσσανλή (διότι τα έργα του υποστασίωναν πραγματογνωστικά τον ζωτικό χώρο της εικόνας), του Τσόκλη (με τις «σελίδες της θάλασσας» που υπαινίσσονταν τα διάφορα επίπεδα του ρεαλισμού) κλπ. Τα γράφω όλα αυτά στα κείμενα των Καταλόγων που συνόδευαν εκείνες τις εκθέσεις. Άλλωστε συμφωνούσαν και οι καλλιτέχνες με αυτές μου τις απόψεις. Θεωρώ πως αυτή μου η προσπάθεια ήταν παράτολμη κι επαναστατική ενάντια στο κατεστημένο (των happenings, των video-art, των performances κλπ.) που τότε μεσουρανούσε. Ακόμη μέχρι και σήμερα υπάρχουν αρκετές τέτοιες αντιλήψεις, εν ονόματι δυστυχώς του όποιου «προοδευτισμού». Μέσα από τις εκδοχές λοιπόν και τα πλαίσια του ρεαλισμού, διαμόρφωσα την τριλογία, την σχετική με την κοινωνική κριτική, ως προς την οικονομική –και πολλών επιπέδων- κρίση που διανύαμε, πραγματοποίησα επιπλέον την τετραλογία για το περιβάλλον κ.ο.κ. Από αυτήν την άποψη, της θεωρητικής και εικαστικής συνέπειας, ως προς τους μεταπολεμικούς ρεαλισμούς στην Ελλάδα, οι ΠΛΟΕΣ είναι ο μακροβιότερος θεσμός στη χώρα μας, που αναδεικνύει συστηματικά και φωτίζει την τέχνη που παράγεται στον τόπο μας.
Εκτός του μεγάλου κοινού σε αριθμό, που είναι όλοι όσοι παρακολουθούν αυτές τις εκθέσεις, ερχόμενοι από διάφορα σημεία της χώρας μας, αλλά και του εξωτερικού, πιστεύετε ότι οι Ανδριώτες, που ζουν σε αυτό το «νησί του πολιτισμού», έτσι όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται, έχουν καταλάβει το έργο που προσφέρετε;
Το ζητούμενο δεν είναι να καταλάβουν τι κάνω εγώ, αλλά τις δυνατότητες που τους προσφέρει το Ίδρυμα αυτό, μέσω των αείμνηστων κληροδοτών του. Το ζητούμενο επίσης είναι να καταλάβουν πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της τέχνης και πόσο σπουδαίους έλληνες καλλιτέχνες και έργα έχουμε σε αυτόν τον τόπο, στο «μικρό το αλωνάκι» που έλεγε κι ο Σεφέρης. Σε αυτό τώρα που με ρωτήσατε, σας απαντώ, πως οι Ανδριώτες εν γένει ξέρουν από πλοήγηση. Για να κυβερνηθεί το καράβι χρειάζεται καπετάνιος και όλο το πλήρωμα βοηθάει στο έργο του, γιατί αυτός έχει την τελική κατευθυντήρια ευθύνη. Διαφορετικά το πλοίο μένει ακυβέρνητο, αλλάζει στόχο και σκοπό κι εντέλει χάνεται. Το στίγμα διαμορφώνεται από τον θεωρητικό, τα θεμέλια που εκείνος θέτει, μέσα από τον γενικότερο σχεδιασμό και το ειδικότερο κάθε φορά σκεπτικό του, σύμφωνα με την συγκρότηση που εκείνος έχει, η οποία προσανατολίζει το «καράβι» με σοβαρότητα και συνέπεια. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματώνει ο θεωρητικός την σκέψη του, αφορά υπεύθυνες επιλογές έργων και αυστηρά ποιοτικά κριτήρια, αλλά και μεθόδους εκθεσιακής παρουσίασης. Μιας παρουσίασης, που υλοποιείται, μέσω του συγκεκριμένου εδώ θεσμού ΠΛΟΕΣ, σε έναν χώρο κτιριακά διατηρητέο, ο οποίος από κατοικία των κληροδοτών που αρχικά ήταν, μετατράπηκε σε κυψέλη πολιτισμού, χωρίς να αλλοιώνει τον πολεοδομικό ιστό και το αρχιτεκτονικό ύφος της Χώρας, πρωτεύουσας του Αιγαιοπελαγίτικου αυτού νησιού.
Ποιό ήταν το αρχικό σας όραμα για το Ίδρυμα;
Ένα Ίδρυμα δεν είναι ένας άνθρωπος. Το Ίδρυμα το κάνουν αρκετοί που επωμίζονται την ευθύνη του, ανάλογα με τον ρόλο και την εργασιακή συμμετοχή του ο καθένας, χωρίς να πρέπει να μπλέκεται ο ένας στα πόδια του άλλου, αφ’ ης στιγμής αποδεχόμαστε ότι όλοι στο είδος τους είναι πολύτιμοι. Ένα Ίδρυμα, για μένα, είναι ένας ζωντανός οργανισμός, με διακριτές επιμέρους λειτουργίες και συντονιστικές ικανότητες από τα μέλη που το απαρτίζουν, διαθέτοντας προπαντός σεβασμό, εκτίμηση και ειλικρινή αναγνώριση των υπηρεσιών που προσφέρει ο καθένας, χωρίς να γίνεται ποτέ η συνθήκη αυτή αρένα επίδειξης εξουσίας, γιατί απλούστατα όπως το έχουμε δει δυστυχώς να γίνεται, όποιος το επιχείρησε, (σε άλλους παρεμφερείς πολιτισμικούς οργανισμούς), μετατράπηκε σε παρωδία όσων αρχικά επεδίωκε.
Τι γίνεται με τα προβλήματα της εποχής μας και κατά πόσο μπορεί η τέχνη να τα λύσει;
Η τέχνη δεν λύνει προβλήματα, τα άτομα αναλαμβάνουν να τα λύσουν. Η τέχνη βοηθάει τον άνθρωπο να τα συνειδητοποιήσει, να κρίνει και να σκεφτεί, να ανοίξει τα μάτια της ψυχής, της φαντασίας και του μυαλού του. Η τέχνη δίνει κίνητρα στον άνθρωπο να γνωρίσει βαθύτερα τον εαυτό του και τους άλλους, το περιβάλλον και την κοινωνία, το παρελθόν του τόπου όπου ζει αλλά και το παρόν του, όπως οφείλει εν προκειμένω να το κάνει π.χ. ένα Ίδρυμα, μιας και μιλάμε για αυτό το θέμα. Ένα σοβαρό και υπολογίσιμο Ίδρυμα οφείλει να παρακολουθεί και να ανταποκρίνεται στους ευρύτερους προβληματισμούς, αλλά όχι κατ’ ανάγκη στις μόδες και τις εντυπωσιοθηρίες της εποχής του. Πρέπει να διαθέτει πάντα έναν ευέλικτο προγραμματισμό, χωρίς αυτός να εμφανίζεται ασαφής ή έωλος, αλλά ούτε και δεσμευτικός. Αυτός ο προγραμματισμός οφείλει να συγκροτεί κα να αξιοποιεί ερεθίσματα που προκαλούν οι απροσδόκητες συνθήκες της ζωής, προσφέροντας όμως πάντα στο κοινό δυνατότητες αναζήτησης, ερεθίσματα διεύρυνσης των πνευματικών του οριζόντων και της ψυχοπνευματικής του καλλιέργειας. Δεν χρειάζεται το κοινό να ποδηγετείται. Αντιθέτως, μέσα από τέτοιου τύπου προγραμματισμούς και εικαστικές πραγματοποιήσεις σε εκθεσιακούς χώρους χρειάζεται ο άνθρωπος να συνειδητοποιήσει την ανάγκη να καλλιεργήσει την έννοια της ελευθερίας.
Το χρέος ενός πολιτισμικού Ιδρύματος, ποιό θα μπορούσε, κατά την γνώμη σας να ήταν;
Θεωρώ πως χρέος προσφοράς ενός τέτοιου πολιτισμικού οργανισμού, όπως είναι ένα Ίδρυμα, δεν είναι να προπαγανδίζει τα έργα τέχνης, τα οποία σε αυτή την περίπτωση πρέπει να απευθύνονται μέσα από την δική τους φωνή, σε ένα κοινό, που το καλούμε με ποικίλους τρόπους ερμηνευτικά να συμμετάσχει. Προσδόκιμος στόχος είναι να ενισχύονται οι δυνατότητες της διαμόρφωσης άποψης εκ μέρους των θεατών, μέσα όμως από την ευρύτητα και τον απροκατάληπτο σχηματισμό μιας κάθε φορά συγκροτημένης γνώμης, όχι ξεναγήσεων τέτοιων ώστε να δεσμεύουν αυτή καθ’ εαυτή την ελευθερία της άποψης. Οι ερμηνείες οφείλουν να γίνονται εναύσματα σκέψης κι όχι επεξηγήσεις ή να εξαντλούνται σε πληροφοριοδοσίες. Ένα Ίδρυμα δεν πρέπει να συσχετίζεται με την διαφορετικής φύσεως εργασία που συντελείται και παράγεται σε Μουσεία (με ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα), σε Πινακοθήκες (με σεμιναριακά μαθήματα), σε Πολιτιστικά Κέντρα (με πλαισιωτικές εκδηλώσεις), σε Γκαλερί, σε Πλατφόρμες κλπ., ούτε με αυλαίες καλλιτεχνικών πειραματισμών (και πολλά δίπλα τους θεωρητικά ή επεξηγηματικά κείμενα), καθώς όλα βέβαια αυτά είναι απαραίτητα και χρήσιμα, αρκεί να υπάρχουν γόνιμα και να λειτουργούν συμπληρωματικά το ένα ως προς το άλλο, υπηρετώντας όχι μωροφιλοδοξίες, αλλά τις ανάγκες του κοινού. Στις περιπτώσεις που τα αντιμετωπίζει κανείς όλα αυτά ανταγωνιστικά, εκτροχιάζεται εκείνος και χάνεται..
Εννοείτε πως ένα Ίδρυμα οφείλει να είναι κάτι αρκετά διαφορετικό;
Ένα Ίδρυμα πράγματι είναι και οφείλει να είναι κάτι διαφορετικό. Οφείλει να παρακολουθεί τις εξελίξεις, χωρίς να σύρεται από αυτές, επιλέγοντας δημιουργούς και έργα που δεν εκφράζουν απλώς αντιδράσεις, αλλά ένα βάθος σκέψης κι αίσθησης γύρω από τα τεκταινόμενα μνήμης και ζωής, με φαντασία, λογική και συναίσθημα, όπως μετουσιωμένα αυτά αποτυπώνονται στο ατομικό και συλλογικό υποσυνείδητο, αλλά και στις πραγματικότητες που με υπαινιγμούς και συνειρμούς υπαινίσσονται ποικίλες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε στην ζωή. Πρόκειται εντέλει για έναν κρίκο, που συνδέει ως θεσμός (όταν λειτουργεί σε ένα Ίδρυμα, γιατί σε αυτό αναφερόμαστε), την τέχνη με την κοινωνία, την υπαρξιακή στάση με τα αινίγματα της ζωής, όπως αυτά εμφανίζονται, μέσα από τον διάλογο εντοπιότητας και διεθνούς αυλαίας, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις προκλήσεις που προσφέρει κάθε εποχή.
Τί επιδιώκετε εσείς να παρουσιάσετε, μέσα από τις εκθέσεις που διαμορφώνετε;
Προσπαθώ να αναδείξω τις συναντήσεις του παρελθόντος μέσα από τις προσεγγίσεις του παρόντος. Από αυτήν την άποψη, έρχεται στην επιφάνεια ο διάλογος της καθημερινότητας με την ιστορία, αλλά και της εντοπιότητας όπως σας είπα με τον διεθνή στίβο, μέσα πάντα από αφομοιωμένες εκφραστικές διατυπώσεις καλλιτεχνών κι αναγνωρισμένες μορφές τέχνης. Μορφές τέχνης, που επιλέγονται και παρουσιάζονται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να πληρούν τον επικοινωνιακό τους χαρακτήρα, ευαισθητοποιώντας το κοινό και προσφέροντάς του κίνητρα να στοχάζεται γύρω από όσα βλέπει και με τον τρόπο που τα βλέπει. Τα εικαστικά εν προκειμένω έργα, πιστεύω πως οφείλουν να λειτουργούν αυτόνομα και την ίδια στιγμή να ανοίγουν έναν διάλογο με τα εκτιθέμενα διπλανά τους έργα (στον χώρο), αλλά και με το κοινό. Ο κάθε θεωρητικός αναλαμβάνει μέσα από τις εκθέσεις που πραγματοποιεί, να φέρνει στο προσκήνιο μια νέα κάθε φορά ματιά, η οποία παράλληλα οφείλει να περιλαμβάνει και μια υπεύθυνη αποκέντρωση ως προς τα καλλιτεχνικά τεκταινόμενα, (που γίνονται στις μεγάλες πόλεις), χωρίς ωστόσο υποτιμά αισθητικές και νοηματικές ποιότητες, καταφεύγοντας σε εύπεπτες απλουστεύσεις. Αυτά είχα στο νου μου όταν ξεκίνησα με τις εκθέσεις στην Άνδρο.
Με τα χρόνια ωστόσο, καταφέρατε να διαμορφώσετε έναν σημαντικό θεσμό, που είναι ευρύτατα γνωστός.
Αναφέρεστε στους ΠΛΟΕΣ. Όταν ξεκίνησα, δεν ήξερα αν θα τα καταφέρω. Σας θυμίζω ότι πριν από την Άνδρο είχα αποπειραθεί να συστήσω και να συγκροτήσω άλλους δύο εικαστικούς θεσμούς, με το ιδιαίτερό τους ο καθένας σκεπτικό. Ο ένας ήταν τα «Πάτρια Εδάφη» στην Πάτρα και στο «Πολύεδρο» με την υποστήριξη του Τοπαλείου Ιδρύματος και ο άλλος θεσμός ήταν το «Δρομολόγιο» της Λάρισας στους μεγάλους χώρους της Δημοτικής Πινακοθήκης, η οποία τώρα συγχωνεύθηκε στο εκεί Μουσείο Κατσίγρα. Και οι δύο θεσμοί λειτούργησαν λίγα χρόνια κι απέτυχαν κατόπιν ή έσβησαν, γιατί «όπου λαλούν πολλά κοκκόρια», όπως λέει σωστά ο λαός μας, «αργεί να ξημερώσει» ή εντέλει και πριν το πάρουμε είδηση, ξαναβραδυάζει. Είμαστε περίεργος λαός ξέρετε. Με τα καλά και τα κακά του. Όταν δούμε κάτι ωραίο να επιτυγχάνει, αντί να το προστατεύουμε και να το αναδεικνύουμε όσο μπορούμε – αποδίδοντας τα του Καίσαρος τω Καίσαρι – κοιτάμε πώς να σκαρφαλώσουμε σε ένα από τα βαγόνια του τραίνου, σφετεριζόμενοι ό,τι μπορούμε, με αθέμιτες οικειοποιήσεις, καθώς θεωρούμε πως ο πολιτισμός είναι διαχειρίσιμος και λειτουργεί σαν μια Κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Και βεβαίως θέλουμε ο πολιτισμός να μας αναβαθμίζει, με την προϋπόθεση όμως πως πρέπει πρώτα εμείς να ασκούμαστε ηθικά, πνευματικά κι αισθητικά στις γλώσσες, στις ουσιαστικές αξίες και στις σημασίες όσων η τέχνη προσφέρει, έτσι ώστε να μπορούμε μαθαίνοντας να μεταμορφωνόμαστε, όχι απλώς να μεταμφιεζόμαστε.
Για σας τί είναι ο πολιτισμός;
Σίγουρα πάντως δεν είναι δημόσιες σχέσεις. Οι δημόσιες σχέσεις είναι χρήσιμες, στον βαθμό που επικοινωνούν το γεγονός. Δεν χρησιμοποιούμε το γεγονός για να επικοινωνήσουμε τον εαυτό μας. Αυτός ήταν κι ο λόγος της επιφυλακτικότητάς μου αρχικά, να σας δώσω αυτή την συνέντευξη. Δεν υποτιμώ καμία εργασία. Αντιθέτως θα σας έλεγα. Εσείς κάνετε την δουλειά σας, όπως μπορείτε καλύτερα. Εγώ όμως θέλω να μιλούν τα πράγματα για όσα μπορώ να κάνω, όχι να διαφημίζω τον εαυτό μου. Ο πολιτισμός λοιπόν, για να επανέλθουμε σε αυτό που με ρωτήσατε, δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί δεν πρόκειται για ένα προκάλυμμα, που θα μας αλλάξει ταυτότητα. Ο πολιτισμός δεν είναι κοστούμι που το φοράμε και πάμε επίσκεψη. Δεν είναι σημαία ευκαιρίας, ούτε μπορεί να γίνεται άλλοθι. Δεν είναι δηλαδή μια μεταμφίεση, που σχετίζεται με επιφανειακά γούστα, με επιδείξεις υφολογικών προπετασμάτων, με μόδες και θεατρικότητες συμπεριφορών. Ο πολιτισμός δεν διαφημίζεται μέσα από φαινομενολογίες, ούτε σχετίζεται με κουτσομπολιά, γιατί όσοι τα επιχειρούν υποκρινόμενοι τους επαϊοντες, επιδιώκουν να τον ευτελίσουν, τροχίζοντας το κλαδί που κι εκείνοι στέκονται πάνω του ή τουλάχιστον προσπαθούν να ισορροπήσουν.
Θεωρείτε πως ο θεσμός ΠΛΟΕΣ έχει πετύχει τον σκοπό του;
Για μένα κι ευτυχώς για πολλούς άλλους, ο πολιτισμός είναι πνευματική υπόθεση και σχετίζεται με τις υπαρξιακές μας αγωνίες. Θεωρώ πως ο εικαστικός θεσμός ΠΛΟΕΣ που διαμόρφωσα στην Άνδρο, πέτυχε (και μπορώ να το λέω αυτό τώρα, με σεμνότητα μετά από 26 χρόνια), γιατί με εμπιστεύθηκαν οι άνθρωποι του Ιδρύματος, δεν μου έφεραν προσκόμματα στο αισθητικό και θεωρητικό μέρος, με υποστήριξαν μάλιστα στις επιλογές μου (έργων και καλλιτεχνών). Σεβάστηκαν τις εικαστικές απόψεις μου, που ανέπτυξα και με τεκμηρίωση αναπτύσσω κάθε φορά στο Διοικητικό Συμβούλιο. Δεν προσπάθησαν ποτέ, είναι αλήθεια, να με χειραγωγήσουν ή να επηρεάσουν αποφάσεις μου κι έτσι κι εγώ – ως προς αυτόν τουλάχιστον τον τομέα – μπορώ να κάνω την δουλειά μου, κάτω από δύσκολες βεβαίως συνθήκες, αλλά όπως ξέρω και θεωρώ σωστό, χωρίς να υποτιμώ τίποτε και κανέναν. Πάνω από όλα, ο πολιτισμός του καθενός μας εκφράζει το ήθος, με το οποίο πορευόμαστε στην ζωή. Το ήθος αντανακλάται στην έξωθεν μαρτυρία μας, όπως επίσης η παιδεία μας, η αγωγή μας, η συμπεριφορά και φυσικά η καλλιέργεια του καθενός μας.
Πώς εκλαμβάνετε αυτή την επιτυχία, σε εκδηλώσεις όπως του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως, που τις παρακολουθεί εντυπωσιακά μεγάλος αριθμός κόσμου, όπως και σημαντικοί εκπρόσωποι της χώρας μας;
Πάντα κανείς προσπαθεί. Και θέλει μεγάλη προσοχή. Όσο δύσκολο είναι να φτιάξει κανείς κάτι, άλλο τόσο εύκολο είναι δυστυχώς να το γκρεμίσει. Και το «δυστυχώς» το λέω, γιατί όταν αρχίσει η κατιούσα, δεν το παίρνει κανείς αμέσως είδηση, αλλά ο χρόνος είναι αμείλικτος κι εμφανίζει αργότερα την φθίνουσα πορεία, όταν δεν μπορεί πια εκείνη να αναστραφεί. Μιλάω πάντα για ποιοτικά μεγέθη και καταστάσεις, μακριά από κοινωνικές ευαρέσκειες και φιλοφρονήσεις. Όλα είναι καλά, όλα προσφέρουν ικανοποίηση, αλλά με μέτρο και το καθένα στο ποσοστό του. Χαίρομαι. Και χαίρομαι με την χαρά των ανθρώπων που ψυχαγωγούνται. Αλλά χαίρομαι περισσότερο για την ουσία των πραγμάτων. Θα σας πω και κάτι : ποτέ δεν πρέπει να υποτιμά κανείς την κρίση των θεατών. Των απλών, αλλά και των απαιτητικών θεατών, που περιμένουν κάτι από σένα να τους δώσεις μέσα από την σκέψη και την δουλειά σου. Περιμένουν να αντλήσουν από κάτι και να συγκινηθούν, για να μπορέσει ο στοχασμός τους να πάει παραπέρα!
Οι Ανδριώτες σας θεωρούν «δική» τους. Πως «εισπράττετε» αυτό το συναίσθημα;
Γνωρίζω ελάχιστους Ανδριώτες, γιατί δεν μένω στο νησί. Κάνω την δουλειά μου και αποχωρώ. Άλλωστε η δουλειά μας είναι εκείνη που διαμορφώνει την ταυτότητά μας στη ζωή, κυρίως μέσα από τις δυσκολίες και τους τρόπους που τις αντιμετωπίζουμε. Και οι άνθρωποι καταλαβαίνουν περισσότερα από όσα δείχνουν ότι καταλαβαίνουν. Ιδιαιτέρως οι άνθρωποι αυτού του νησιού. Πάντως τους ευχαριστώ πολύ κι από καρδιάς όλους τους Ανδριώτες. Και πάντα θα προσπαθώ για το καλλίτερο, με σεβασμό, σύνεση και ποιότητα, τιμώντας την εμπιστοσύνη τους και βοηθώντας στην πολιτισμική ανάδειξη αυτού του νησιού.
Φέτος ο Αρκάς χαρίζει το χαμόγελο στους επισκέπτες. Με ποιο κριτήριο κάνατε αυτή την επιλογή;
Εφέτος, λόγω της πανδημίας και των ειδικών συνθηκών προστασίας, το καλοκαίρι είναι ομολογουμένως δύσκολο. Χρειάζεται υπευθυνότητα και προσοχή απέναντι στον κορονοϊό και στους ενδεδειγμένους τρόπους μέσω των οποίων μπορούμε να προστατεύσουμε τους άλλους, προστατεύοντας παράλληλα και τον εαυτό μας. Επειδή, σας είπα ότι παρακολουθώ την εποχή μου και τους καλλιτέχνες μέσα από τους εκφραστικούς τρόπους με τους οποίους εκείνοι ανταποκρίνονται απέναντι στις προκλήσεις της ζωής, εστίασα την προσοχή μου στον Αρκά, που συχνά δημιουργούσε όλο αυτό το διάστημα σχετικές γελοιογραφίες, αναφορικά με τις αντιδράσεις μας απέναντι στον κορονοϊό.
Τον ξέρετε προσωπικά τον Αρκά, γιατί γνωρίζουμε πως δεν εμφανίζεται.
Τυχαίνει να τον ξέρω (δηλαδή τα έργα του), εδώ και 40 χρόνια, γιατί είναι σπουδαίος εκτός των άλλων, εικαστικός δημιουργός, για τον οποίο είχα γράψει το κείμενο του Καταλόγου, στην πρώτη του και μοναδική ζωγραφική έκθεση που είχε κάνει το 1981 στην Γκαλερί «ΩΡΑ», η οποία ήταν άλλοτε στο κέντρο της Αθήνας. Τον επέλεξα, εισηγήθηκα στο Δ. Σ. και συμφώνησε με χαρά το Ίδρυμα Π. & Μ. Κυδωνιέως να είναι ο τιμώμενος εφέτος καλλιτέχνης. Πρωτίστως ευχαριστώ τον Αρκά, που δέχθηκε αμέσως την πρότασή μου, όχι μόνον γιατί μια ομάδα έργων του θα είναι επίκαιρη με όσα αντιμετωπίζουμε, αλλά και διότι κλείνει 40 χρόνια έντυπης παρουσίας στην ζωή μας, με τις μοναδικές του καταλυτικές γελοιογραφίες!
Είναι λοιπόν η επετειακή του εφέτος χρονιά και μέσα από τα έργα του θα την γιορτάσουμε στο Ίδρυμα Π. & Μ. Κυδωνιέως, διότι ως γνωστό ο ίδιος δεν εμφανίζεται ποτέ και πουθενά. Δεν το κάνει για λόγους ιδιοτροπίας. Θέλει να μιλάει και να υπάρχει μόνον μέσα από τα έργα του. Και τι έργα ! ! Ποιός δεν τα ξέρει ; Όπου και να πεις το όνομά του, αντικρίζεις ένα βλέμμα θαυμαστικό κι ένα χαμόγελο, που συνοδεύεται από ενθουσιασμό και ευφρόσυνη διάθεση ! Μα έτσι άλλωστε έχει ανεξίτηλα περάσει, μέσα στην καθημερινότητά μας
Είναι το χιούμορ η γλώσσα που πάντα χρησιμοποιεί;
Ο Αρκάς μας μαθαίνει την ανεξάντλητη γλώσσα του χιούμορ, που έχει πάμπολλες αποχρώσεις και συνδυασμούς. Είναι ευρηματικός, ιδιοφυής και ταλαντούχος. Οι ήρωες κι αντι-ήρωές του είμαστε όλοι εμείς στις καθημερινότητες και στους φαντασιακούς μας κόσμους, στις συγκρουσιακές σχέσεις μας και στις συμπαθητικές συμπεριφορές μας, στις τρυφερές στιγμές μας και στις αφόρητες. Μέσα από τις «ιστορίες» του, που διαμορφώνουν μια άτυπη κοινωνιολογία των ηθών μας, ερχόμαστε σε επαφή με τις πράξεις και τις σκέψεις μας, με τις ουτοπίες και τους εφιάλτες μας, με τις επιθυμίες και τα όνειρά μας, με τις φοβίες και τις κακίες μας, με τα παράδοξα και τα ευτράπελα της ζωής, όπως επίσης με τα εξαιρετέα και τα ανομολόγητά της. Περισσότερα δεν πρέπει κανείς να εξηγήσει, γιατί είναι σαν τα ανέκδοτα, που όταν πας να τα σχολιάσεις ή να τα ερμηνεύσεις, σε αφοπλίζουν, εξουδετερώνοντας παράλληλα τις σημασίες, το λυτρωτικό τους γέλιο και τα πολλά τους υποκείμενα νοήματα.
ΜΦΜ