Γράφει ο Αρης Ευστρατιάδης

Σήμερα θα σας διηγηθώ μια περιπέτεια που έζησαν για λίγες ώρες δύο νησιώτες μας ένας άνδρας και μια γυναίκα, ένα ζευγάρι όταν αποφασίσανε να επιστρέψουν στο νησί τους, την Μυτιλήνη.

Αφού είδαν για λίγες ημέρες τα παιδιά τους και χάϊδεψαν τα εγγονάκια τους που από χρόνια κατοικούσαν μονίμως στην Αθήνα, με κάποια συγκίνηση, έβγαλαν τα εισιτήριά τους, ετοίμασαν τις βαλίτσες τους και ένα Απριλιάτικο απόγευμα έφτασαν στον Πειραιά για να επιβιβαστούν στο πλοίο της γραμμής. Στην Ακτή Τζελέπη και υπό γωνία κρηπιδώματος 90ο βρισκόταν παραβεβλημένα δυο πλοία. Το Α/Π Αιολίς και το F/B Κύδων. Το μεν πρώτο θα πήγαινε στην Μυτιλήνη, το δε δεύτερο στα Χανιά της Κρήτης. Αφού ρώτησαν τον σκοπό λιμενοφύλακα, ανέβηκαν στο Αιολίς τακτοποίησαν τις αποσκευές τους και επειδή είχαν ακόμη λίγη ώρα μέχρι να φύγει το πλοίο ο σύζυγος λέει στην σύζυγο: Μυρσίνη, πάω να αγοράσω κάτι για το ταξίδι. Θα έλθω αμέσως… – Πήγαινε Στρατή αλλά μην αργήσεις και φύγει το πλοίο. –Μα ντιπ χαζός είμαι; Σε δυο λεπτά έφτασα. Ο Στρατής κατεβαίνει την σκάλα του πλοίου ρίχνοντας και μερικές κλεφτές ματιές σε κάτι κοριτσόπουλα με μίνι που ανέβαιναν την σκάλα και πηγαίνει στο πιο κοντινό κατάστημα τροφίμων της παραλίας. Αφού ψώνισε σχεδόν χαζεύοντας μια και είχε ώρα φθάνει και πάλι έξω από το βαπόρι. Επειδή όμως ήθελε να βεβαιωθεί μην κάνει κανένα λάθος ρωτάει ένα μικρό: Δε μου λες μικρέ αυτό το βαπόρι πάει στην Μυτιλήνη; Ναι μπάρμπα κάνε γρήγορα γιατί θα φύγει και θα πας με τα πόδια. Απαντά χαζογελώντας ο μικρός. Ο Στρατής ανεβαίνει στο βαπόρι βιαστικά και αρχίζει να ψάχνει για την Μυρσίνη του, το έτερον του ήμισυ. Εν τω μεταξύ το πλοίο έχει απομακρυνθεί από τον προβλήτα και πλέει προς την έξοδο του λιμανιού. Ψάχνει από ’δω ψάχνει από ‘κει αλλά η Μυρσίνη πουθενά. Αφαντη λες και την κατάπιε η λαμαρίνα. Νέα έρευνα του Στρατή που η αγωνία του κορυφωνότανε όσο δεν την έβρισκε αλλά πουθενά η Μυρσίνη και μέσα στην απελπισία του σταματά τον πρώτο καμαρώτο που συναντά. –Συγγνώμη, έχασα την γυναίκα μου. Μην ανησυχείτε κύριε, θα την βρούμε. Θα την φωνάξουμε στα μεγάφωνα. Πως λέγεται; Μυρσίνη… Μυρσίνη Λαζαρίδου, από το Πλωμάρι. Ο καμαρώτος επειδή κάτι υποψιάστηκε τον ρωτά; Που πηγαίνετε κύριε; Στην Μυτιλήνη στο Πλωμάρι. Γιατί; Γιατί έκανες λάθος βαπόρι. Εμείς πάμε στην Κρήτη. Το άλλο πηγαίνει στην Μυτιλήνη, που ήταν δίπλα μας. Ο Στρατής κατέρρευσε και σωριάστηκε σε μια πολυθρόνα, κίτρινος σαν το λεμόνι κι έτοιμος να λιποθυμήσει. Καταστροφή… Η απόγνωση και η αγωνία για την τύχη της γυναίκας του του έκοψαν τη μιλιά. Δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη. Ο καμαρώτος βλέποντας την απελπιστική του κατάσταση καλεί τον ύπαρχο που αναλαμβάνει να παρηγορήσει τον Στρατή. –Ελα μην κάνεις έτσι, μην στεναχωριέσαι. Θα γυρίσεις μεθαύριο και θα πας μόνος σου στην Μυτιλήνη. Συμβαίνουν κι αυτά. Τα εισιτήρια, τα εισιτήρια παιδί μου τα έχω εγώ, η γυναίκα μου δεν έχει χρήματα μαζί της, πως θα πάει; Ω Θεέ μου συμφορά που με βρήκε. Βλέποντας ο ύπαρχος την σοβαρότητα της κατάστασης μαζί με τον απελπισμένο Στρατή έρχονται στον ασύρματο του πλοίου και μετά από μια λακωνική διευκρίνιση του συμβάντος μας τον παραδίδει για να βρούμε εμείς με την βοήθεια των ερτζιανών την λύση του προβλήματος, την λύση του μυστηρίου… (Βλέπετε τότε δεν υπήρχαν κινητά). Τα ερτζιανά εν δράσει! Σκέψη πρώτη. Να φέρουμε σε επαφή τον Στρατή με την Μυρσίνη ώστε να ηρεμήσει ο ταλαιπωρημένο Μυτιληνιός που βρίσκεται σε απόγνωση. Καλούμε το Αιολίς και αφού με τον ασύρματο εξηγήσαμε τα γεγονότα παρακαλέσαμε να φωνάξουν την κ. Μυρσίνη Λαζαρίδου στον ασύρματο για να επικοινωνήσει με το ραδιοτηλέφωνο με τον άνδρα της. Η απάντηση δεν άργησε να έρθει. Η γυναίκα του Στρατή δεν επιβαίνει στο πλοίο. Καμιά Μυρσίνη Λαζαρίδου δεν υπάρχει επί του Αιολίς… Κεραυνός! Ο Στρατής ρωτά απεγνωσμένα να του πουν τι έγινε η γυναίκα του και αρχίζει να κλαίει. Προσπαθούμε να τον παρηγορήσουμε ενώ και νέα έρευνα επί του Αιολίς απέβει άκαρπος. Τι έγινε η γυναίκα του; Μέσα στο βαπόρι την άφησε όταν αποφάσισε να βγει έξω. Τι συνέβη; Με ορθάνοιχτα μάτια από την αγωνία και την απορία κάθεται σε μια καρέκλα και παρακολουθεί το χειριστήριο που με τον δικό του ακαταλαβίστικο τρόπο συνομιλεί με το αόρατο Αιολίς που πλέει για την Μυτιλήνη ενώ αυτός με 15 μίλια την ώρα πηγαίνει για την λεβεντογέννα Κρήτη… Μα για θυμήσου, τον ρωτάμε την άφησες μέσα στο βαπόρι; Μα τω Θεώ δίπλα στους τενεκέδες του λαδιού και τις βαλίτσες την άφησα. Τι να έπαθε η άμοιρη; Τι να έπαθε; – Σώπα μην κλαις θα μάθουμε, θα την βρούμε. Στην Αθήνα που έμενες; Σε ποιο σπίτι; – Στην κόρη μου στην Νέα Σμύρνη. Εχει τηλέφωνο η κόρη σου; Εχει, το έχω γραμμένο… Τι να έπαθε η άμοιρη; Τι να έπαθε; Ο Στρατής μονολογεί και ξεφυλλίζει τα τεφτέρια του και εμείς καλούμε τον παράκτιο της Αθήνας να μας συνδέσει. Ισως η κόρη του να μπορούσε να μας φωτίσει για την κ. Μυρσίνη που η τύχη της αγνοείται…- Εμπρός σας μιλάμε από το F/B Κύδων που πηγαίνει στην Κρήτη. Εδώ είναι ο κ. Στρατής Λαζαρίδης που κατά λάθος ήρθε μαζί μας. Μήπως ξέρετε κάτι για την γυναίκα του γιατί δεν είναι στο Αιολίς; – Ναι εγώ είμαι η Μυρσίνη Στρατή μου, μ’ ακούς; Που είσαι, γιατί μου το έκανες αυτό; Ελα μ’ ακούς; Ελα Μυρσίνη μου σ’ άκουσα. Είσαι καλά; Δόξα τω Θεώ. Αλλά από την χαρά του ο Στρατής τα είχε χαμένα και αντί να κρατάει το μικρόφωνο στο στόμα του και να μιλάει το βάζει στο αφτί του με αποτέλεσμα αυτά που λέει να μην το ακούει η Μυρσίνη του. Στρατή μου δεν σε ακούω, εσύ με ακούς; Ο Στρατής ακούει από τον δέκτη αλλά προσπαθεί να μιλήσει χωρίς μικρόφωνο αφού με πείσμα εξακολουθεί να το βάζει στο αφτί του. Είδαμε και πάθαμε να του εξηγήσουμε. Τελικά τα καταφέραμε. Ελα Μυρσίνη μου, σε άκουσα. Δόξα τω Θεώ μα δε μου λες, πως βρέθηκες εκεί; Μυστήρια πράγματα, μονολογεί. Είδα που άργησες και επειδή δεν είχα εισιτήριο λίγο πριν φύγει το βαπόρι βγήκα έξω. Πήρα ένα ταξί και ήρθα εδώ περιμένοντας να μάθω νέα σου. Ανησύχησα, που να φανταστώ η καψερή ότι εσύ πας στην Κρήτη; Στην Κρήτη πάω ο άμοιρος στην Κρήτη. Ας είναι είσαι καλά δεν πειράζει. Θα γυρίσω μεθαύριο. Περίμενέ με να πάμε μαζί στο Πλωμάρι. Αλλά αυτή την φορά δεν θα βγω έξω. Δίπλα σου θα κάθομαι με άκουσες; Δίπλα σου. Καλό ταξίδι… Σε περιμένω.Κλαίγοντας σαν μικρό παιδί από την χαρά του μας αποχαιρέτισε ο κύριος Στρατής που βρήκαμε την γυναίκα του και μας ευχαρίστησε που τον βγάλαμε από το αδιέξοδο. Εφυγε από τον ασύρματο άλλος άνθρωπος. Ελαμπε από την χαρά του. Και αφού έκανε ένα δωρεάν μετ’ επιστροφής ταξίδι, δεν του κόψαμε εισιτήριο, αρκετά είχε τραβήξει ο ταλαίπωρος, την μεθεπομένη έφτασε στον Πειραιά, ορκισθής ότι ποτέ στην ζωή του δεν θα ξαναβγεί έξω από το πλοίο που πρόκειται να ταξιδέψει αν δεν αποβιβαστεί και ο τελευταίος επιβάτης. Τι «δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού»…Η ιστορία που σας αφηγήθηκα είναι αληθινή μέχρι κεραίας και συνέβη πριν από χρόνια όταν υπηρετούσα στο F/B Κύδων.

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Η andriakipress.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετεί τις απόψεις αυτές. Διατηρεί το δικαίωμα να μην δημοσιεύει συκοφαντικά, υβριστικά, ρατσιστικά ή άλλα σχόλια που προτρέπουν σε άσκηση βίας. Επίσης, σχόλια σε greeklish και κεφαλαία δεν θα δημοσιεύονται, ενώ η andriakipress.gr, όταν και όπου κρίνει, θα συμμετέχει στον διάλογο.

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.