Δύο πνευματικοί άνθρωποι, αρχιτέκτονες και λάτρεις της Τέχνης και της Άνδρου οι κ.κ. Κ. Αναγνωστόπουλος και Δ. Πρωτόπαπας αφού “εγκατέλειψαν” το επαγγελματικό άγχος ενός από τα ωραιότερα ξενοδοχεία του νησιού, ασχολούνται πλέον με το χόμπι τους. Την Aneroussa όμως και την Άνδρο δεν την εγκατέλειψαν ποτέ. Συνεχίζουν στον πολυχώρο τέχνης του ξενοδοχείου να “φέρνουν” καλλιτέχνες εικαστικούς δημιουργούς οργανώνοντας εκθέσεις επιπέδου επαγγελματικής γκαλερί.
Έτσι το καλοκαίρι που ξεκίνησε “στον Πολυχώρο Τέχνης του ξενοδοχείου Aneroussa στο Μπατσί της Άνδρου, ο γνωστός ζωγράφος ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΑΝΤΖΑΡΑΣ (Apos) ζωγραφίζει ό,τι απολαμβάνει και τον αγγίζει, κι όλα όσα αισθάνεται. Ό,τι χαίρεται και τον συγκινεί. Αν και έχει εκτεθεί σε πολλά από τα μεγάλα και πρωτοποριακά ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα και τα τελευταία χρόνια διατηρεί ατελιέ και στην Ν. Υόρκη και εκθέτει στις Ηνωμένες Πολιτείες, η αγάπη του και η επίδρασή του από την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή κ.ά), πηγάζει κι εφορμά από την βιωμένη ζωγραφική και χρωματική του εμπειρία, τόσο στο εργαστήριο Βυζαντινής Ζωγραφικής του πατέρα του Ελευθέριου Χαντζαρά, καταξιωμένου Αγρινιώτη αγιογράφου-ζωγράφου, όσο και στους στενούς δεσμούς του με τον ελληνικό χώρο, τη φύση και το τοπίο, αφού το Αγρίνιο είναι η γενέθλια πόλη του (1977).
Μέσα από ιδιοφυείς συνθέσεις και σημαίνουσες εικόνες, με απενοχοποιημένο γι’ αυτόν το χρονικό στίγμα, συμφιλιωμένος με το δίπολο παλιό και νέο, συμπλέκει χαρισματικά τον νέο ελληνικό πολιτισμό με τον αρχαίο, τονίζοντας την ενότητα και την συνέχεια της παράδοσης, της γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας, και μυθολογίας.
Με το έργο του ανοίγει εμπνευσμένα παράθυρα στον πολυδιάστατο κόσμο μας και παραπέμπει στον Οδυσσέα Ελύτη και στην εκδοχή μιας αξιακής νεοελληνικής μυθολογίας “από το τοπίο και τα ήθη, από την ιστορική συνείδηση της ελευθερίας, από τα μυστικά της ελληνικής γλώσσας, από τη βυζαντινή υμνολογία και τη λειτουργία της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας με τις επιβιώσεις των διονυσιακών και ελευσίνιων στοιχείων και πάνω απ’ όλα από τη θάλασσα, τον ουρανό, τους βράχους και τον ασβέστη του σημερινού τοπίου του Αιγαίου” (Κίμων Φράιερ για το “Άξιον εστί”, 1978 ).
Στο ζωγραφικό σύμπαν του Χαντζαρά, πρόσωπα και σώματα από ερωτευμένα ζευγάρια, αγωνιστές- ήρωες, παλαιστές, αγγέλους με φτερά, κά., κυρίαρχες πληθωρικές φιγούρες που κοσμούν το κάδρο με αδρά περιγράμματα, τείνουν να ξεχυθούν έξω απ’ αυτό και να σπάσουν τον περιορισμό του πλαισίου.
Αυτό, συμβαίνει και με τα τόσα άλλα θέματα. Αρχετυπικά μοτίβα-σύμβολα, όπως άλογα, πεταλούδες, πετεινοί, δράκοι-φίδια, σειρήνες-γοργόνες, ψάρια κά., περιφρονούν όρια και περιορισμούς, ενώ τα εντυπωσιακά και με έντονα χρώματα υπερμεγέθη λουλούδια στα βάζα, δεμένα σε μπουκέτα με ένα χαρακτηριστικό λευκό, λεπτεπίλεπτο κορδελάκι, μαγεύουν και δοκιμάζουν την οπτική μας αντοχή, σε φόντο δουλεμένο από στρώσεις με σφουγγίσματα, γλυκασμό και λαζούρες.
Με ποικίλες αναφορές, συνειρμούς, και συσχετίσεις όχι τυχαίες, η πραγματικότητα αποκτά μυθική διάσταση, μετουσιώνεται και λειτουργεί με ποιητικότητα, ευαισθησία, δραματικότητα και θεατρικότητα, και το έργο, ταυτοτικά οικείο και ποπ, γίνεται διαχρονικό και καθολικό. Όπως γράφτηκε για τον ζωγράφο: “όσο επιμένουμε να ζωγραφίζουμε τον κόσμο, τόσο ο κόσμος γίνεται λιγότερο σκοτεινός. Παύει να είναι ακατανόητος”.
Ο Απόστολος Χαντζαράς, δημιουργικός ζωγράφος, ανήσυχος και τολμηρός, εκτός από εξώφυλλα βιβλίων και την σειρά ελληνικών γραμματοσήμων που έχει φιλοτεχνήσει και για τα οποία έχει διακριθεί, συνεχίζει να μας εντυπωσιάζει και να μας εκπλήσσει, με την ουσιαστική ενασχόληση και αξιοσημείωτη συνεισφορά του στο θέατρο.
Η έκθεση παρουσιάζεται στον Πολυχώρο Τέχνης του ξενοδοχείου Αneroussa με στόχο την καθιέρωση και περαιτέρω ενίσχυση της “πολιτιστικής συνθήκης” στην Άνδρο με την παρουσίαση του έργου καταξιωμένων δημιουργών.
Η συμμετοχή του Απόστολου Χαντζαρά, τιμά με τον καλύτερο τρόπο την προσπάθεια αυτή και εντάσσεται στην υλοποίηση δράσεων κοινωνικής ευθύνης, που πραγματοποιούνται τα τελευταία δέκα χρόνια όλη την καλοκαιρινή περίοδο στην Άνδρο.”